Στο 23,7% η παιδική φτώχεια στην Ελλάδα
Στο κατώφλι της φτώχειας οδηγείται μέρα με τη μέρα όλο και μεγαλύτερος αριθμός συμπολιτών μας, καθώς με βάση τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο αριθμός των νοικοκυριών που ζουν με ελάχιστα χρήματα, με βάση τα εισοδήματα του 2010, ανήλθε στο 21,4% του πληθυσμού. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην 2η θέση στην Ευρώπη μετά τη Βουλγαρία (ποσοστό 22,4%), ενώ η παιδική φτώχεια ανέρχεται στο 23,7%.
Δηλαδή, τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 901.194 και τα μέλη τους σε 2.341.400.
Σύμφωνα με την σχετική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 6.591 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 13.842 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Ενώ, το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 12.637,08 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας σε 21.590,07 ευρώ.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα:
Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 23,7% και είναι υψηλότερος κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.
Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών υπολογίζεται σε 23.6% και είναι αυξημένος κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.
Ο πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό, ανέρχεται σε 3.403.000 άτομα.
Ο πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά που δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες συνολικά το έτος, ανέρχεται σε 837.300 άτομα, ενώ στο προηγούμενο έτος ανερχόταν σε 544.800 άτομα.
Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις βοηθούν αρκετά τα φτωχά νοικοκυριά, και ειδικότερα:
Τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλουν στη μείωση του ποσοστού της φτώχειας κατά 3,4 ποσοστιαίες μονάδες
Οι συντάξεις συμβάλουν στη μείωση του ποσοστού της φτώχειας κατά 20,1 ποσοστιαίες μονάδες.
Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό της φτώχειας κατά 23,5 ποσοστιαίες μονάδες
Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 30,9% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της χώρας.
Οι συντάξεις αποτελούν ένα αξιόλογο μερίδιο του διαθέσιμου εισοδήματος, αφού αναλογούν στο 27,1% αυτού.
Τα κοινωνικά επιδόματα αποτελούν το 3,8% του διαθέσιμου εισοδήματος.
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι υψηλότερο στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες (21,9% και 20,9%, αντίστοιχα).
Τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά με θήλυ μέλος απειλούνται από τη φτώχεια σε ποσοστό 25,8%, ενώ τα αντίστοιχα με άρρεν μέλος σε ποσοστό 24,3%.
Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, υπολογίζεται σε ποσοστό 23,6%, ενώ για άτομα ηλικίας έως 17 ετών σε ποσοστό 23,7 %.
Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών υπολογίζεται σε ποσοστό 27,5%, ενώ για άτομα ηλικίας κάτω των 75 ετών σε ποσοστό 20,8%.
Ο κίνδυνος φτώχειας των νοικοκυριών με έναν γονέα και, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 43,2%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης για τα νοικοκυριά με δύο γονείς και ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 17,7%.
Φυσικά, οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν λιγότερο από τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (συνταξιούχους, νοικοκυρές κ.λπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας στους εργαζόμενους ανέρχεται σε 11,9%, στους λοιπούς μη οικονομικά ενεργούς σε 30% και στους ανέργους σε 44%.
Ο σχετικός κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 10,4%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 21,4%.
Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητη κατοικία απειλούνται από φτώχεια κατά 20,3%, ενώ αυτά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία κατά 25,9%.
Ο σχετικός κίνδυνος φτώχειας ηλικιωμένων 75 ετών και άνω, κατά ιδιοκτησιακό καθεστώς της κατοικίας τους, ανέρχεται για τους ιδιοκτήτες σε 27,9%, ενώ για τους ενοικιαστές σε 24,3%.
Πηγή: ethnos