Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης
«Η κρίση είναι ενδογενής κρίση του
ίδιου του συστήματος.
Τούνελ δίχως τέλος η κρίση»
Διαβάζουμε σήμερα σε κάποια βιβλία του Μεσαίωνα για το όπιο, «το όπιο προκαλεί ύπνο λόγω των υπνωτικών του ιδιοτήτων» και μας πιάνουν τα γέλια για τη μεσαιωνική λογική και όμως, οι διάφορες αστικές θεωρίες για την οικονομική κρίση κινούνται πάνω στην ίδια λογική. Αγνοώντας, σκοπίμως, την αριστοτελική θέση που...
λέει, πως, «για να θεραπεύσεις ένα πρόβλημα, πρέπει πρώτα να βρεις τις αρχικές αιτίες που το δημιούργησαν», αντί να αναζητήσουν τα πραγματικά αρχικά αίτια της κρίσης μέσα στο ίδιο το σύστημα, ασχολούνται με τα συμπτώματα της κρίσης, αλλά ακόμα κι αυτά τα μελετούν αποσπασματικά.
Ρωτάς δέκα οικονομολόγους, ακόμη και νομπελίστες και, ανάλογα με την ιδεολογική τους θέση, παίρνεις μέχρι και δέκα διαφορετικές απαντήσεις. Αυτό δεν είναι πλέον οικονομική επιστήμη αλλά η ιδεολογικοποίηση του συμφέροντος αλά Πιραντέλο:«έτσι είναι αν έτσι νομίζετε». Με όλα αυτά τα παράλογα, επιβεβαιώνεται η διάσημη μετα-κεϊνσιανή οικονομολόγος Joan Robinson (1903-1983) του Κέμπριτζ, που έλεγε πως «η οικονομική δεν είναι επιστήμη». Μήπως, τελικώς, είχε δίκιο ο Καρλ Μαρξ, ο οποίος, εκτός από τους κλασικούς αστούς οικονομολόγους(Smith, Ricardo, Mill, Say), τους οποίους εκτιμούσε απεριόριστα, όλους τους μετέπειτα τους αποκαλούσε απολογητές του καπιταλιστικού συστήματος;
Οι μεγάλοι κλασικοί της οικονομικής θεωρίας δεν έγραψαν τίποτα για τις οικονομικές κρίσεις γιατί τις αγνοούσαν εντελώς. Μπορεί εκτός του Smith, οι υπόλοιποι να βίωσαν την πρώτη οικονομική κρίση του 1815, αλλά δεν ήταν σε θέση να βγάλουν κάποια λογικά συμπεράσματα. Οι κλασικοί πίστευαν πως η παραγωγή αγαθών-εμπορευμάτων δημιουργούσε παράλληλα και την αντίστοιχη αγοραστική δύναμη, διατηρώντας την απαραίτητη ισορροπία του συστήματος Προσφοράς και Ζήτησης.
Αυτή τη θέση την είχαν υιοθετήσει όλοι οι μετέπειτα αστοί οικονομολόγοι μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Το μεγαλύτερο φιάσκο για όλους τους αστούς οικονομολόγους ήταν η Παγκόσμια Οικονομική Κρίση του 1929. Μερικούς μήνες πριν την κατάρρευση, όλοι οι οικονομολόγοι και τα ινστιτούτα, προέβλεπαν, όχι απλώς ανάπτυξη αλλά ραγδαία μάλιστα (βλέπε:Vierteljahreshefte zur Konjunkturforschung, Berlin, 1929, H. 2, Teil B, S. 41, zitiert nach: Herbert Meißner, Geschichte der politischen Ökonomie, Berlin 1985, S. 482 ).
Ο μόνος, που ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα, είχε γράψει για τις αναπόφευκτες ενδογενείς κυκλικές κρίσεις του καπιταλιστικού συστήματος, ήταν ο Καρλ Μαρξ. Ηταν ο πρώτος που είδε την αντίφαση, από τη μια της κοινωνικοποίησης της παραγωγής και από την άλλη της ιδιοποίησης μέρους της από τους καπιταλιστές προκαλώντας την ανισορροπία του συστήματος. Ολες σχεδόν οι θεωρίες περί κρίσεων των αστών οικονομολόγων μετά το 1929, είναι απλουστευμένες και αποσπασματικές ή γενικευμένες θεωρίες που στηρίζονται στη μαρξιστική θεωρία περί κυκλικών κρίσεων. Ακόμα και ο αντισοσιαλιστής και αντικομουνιστής Keynes, που είχε υπόψη του τη μαρξιστική θεωρία, προσπάθησε να βρει τις αιτίες, όχι στο ίδιο το αγοραίο σύστημα αλλά στην κοινωνική ψυχολογία και συμπεριφορά των ανθρώπων ως παραγωγών, καταναλωτών και αποταμιευτών. Μέχρι σήμερα, οι περισσότεροι οικονομολόγοι εξακολουθούν, σκοπίμως, να συγχέουν τα συμπτώματα με τις αρχικές αιτίες.
Αυτή η συγκεκριμένη κρίση ξεκίνησε σαν κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα αυτοκαταστράφηκε-αυτοκτόνησε, όχι γιατί παραβίασε τον κατ’ εξοχήν καπιταλιστικό νόμο για περισσότερα κέρδη αλλά γιατί τον τήρησε με απόλυτη συνέπεια. Εκανε πράξη την καπιταλιστική αρχή του γκουρού της νεοφιλελεύθερης μονεταριστικής οικονομίας του Μ.Friedman(1912-2006) :«οι επιχειρήσεις δεν είναι κοινωνικοί οργανισμοί. Ο μοναδικός σκοπός τους είναι το κέρδος και μόνο το κέρδος. Αυτό και μόνον αυτό κρίνει την αποτελεσματικότητά τους και όχι αν ενήργησαν με ηθικούς ή ανήθικους τρόπους».
Ο νομπελίστας του 1976 που έλεγε «τα πάντα είναι χρήμα και μόνο με το χρήμα μπορούν να λυθούν όλα τα προβλήματα της οικονομίας» και πως «Μια θεωρία πρέπει να έχει τέτοια συμπεράσματα-αποτελέσματα, που να μην επιδέχονται εμπειρική αντίρρηση», δεν πρόλαβε να δει πως η εμπειρία-πράξη, αναίρεσε τη θεωρία του. Η απληστία των τραπεζών για ολοένα και περισσότερα κέρδη ήταν εκείνη που οδήγησε στην κρίση.
Σήμερα φτάσαμε στο σημείο, να απαιτούν οι τράπεζες κοινωνικοποίηση των ζημιών τους και απόλυτη ιδιωτικοποίηση των κερδών τους. Από τη μια, συνταξιούχοι μέχρι και καθαρίστριες των τραπεζών να χρηματοδοτούν τις τράπεζες και εκείνες να μοιράζουν πλουσιοπάροχα μερίσματα στους μετόχους τους και μπόνους στα στελέχη τους. Για τη λεγόμενη και πολυδιαφημιζόμενη κοινωνική-εταιρική ευθύνη ούτε λόγος. Το τραγικό, για όλους εμάς, της υπόθεσης, είναι ένα:«Το γελοίο συμπέρασμα πως οι τράπεζες αλληλοπνίχτηκαν μόνες τους, μέσα σε μια θάλασσα χρήματος».
Οι τράπεζες, δανείζονται από τις κρατικές κεντρικές-εκδοτικές τράπεζες χρήμα με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο (από 1% σε Ευρώπη και ΗΠΑ μέχρι 0% στην Ιαπωνία) για να δανείζουν τα κράτη όπως η Ελλάδα, με το τοκογλυφικό επιτόκιο 5%. Τι είναι τελικώς το χρήμα πέρα από αποταμιευμένη εργασία που ιδιοποιήθηκαν κάποιοι με ύποπτο έως παράνομο τρόπο και το οποίο από μέσο μέτρησης και διευκόλυνσης συναλλαγών έγινε το κατ’ εξοχήν εμπόρευμα;
Εν τω μεταξύ, καλούμεθα όλοι οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι, κατ’ αρχάς της περιφέρειας και μετά του κέντρου, να πληρώσουμε τα λάθη τους ή καλύτερα τη βουλιμία τους. Ακόμη και στη Γερμανία, την ατμομηχανή της Ευρώπης, με τα ρεκόρ σε εξαγωγές και ρυθμούς ανάπτυξης τα πράγματα δεν είναι τόσο ενθαρρυντικά για τους νέους. Σύμφωνα με έρευνα το 54% των νέων κάτω των 25 εργάζεται ήδη με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ενώ στους κάτω των 35, ο δανεισμός εργαζομένων είναι ο πιο συνήθης τρόπος απασχόλησης αφού δεν στοιχειοθετούν δικαιώματα συνδικαλιστικής οργάνωσης. Αυτό θα είναι το μέλλον μας; Ναι, «αν έτσι νομίζουμε και θέλουμε κόντρα στο συμφέρον μας. Η οικονομική κρίση είναι ενδογενής κρίση του ίδιου του συστήματος, είναι τούνελ δίχως τέλος».
press-gr.