της Πατρίτσιας Καλαφατά
Ξυπνάς όπως πάντα στις 7. Αυτά δεν αλλάζουν. Σηκώνεσαι από το κρεβάτι και κατευθύνεσαι μηχανικά στο μπάνιο. Λίγο νερό στο πρόσωπο και η επαναφορά στην πραγματικότητα. Μη βιάζεσαι. Δεν έχεις να πας πουθενά. Μπορείς κάλλιστα να επιστρέψεις στο κρεβάτι σου, μπορείς και όχι.
Μπορείς να ντυθείς, μπορείς και όχι. Μπορείς να πας μια βόλτα, μπορείς και όχι. Ή να ασχοληθείς με κάτι πιο δημιουργικό. Μια υπέροχη, γεμάτη δυνατότητες μέρα ανοίγεται μπροστά σου. Επιτέλους μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Ούτε προθεσμίες, ούτε ωράρια, κανείς πάνω από το κεφάλι σου. Άπλετος χρόνος. Πλήρης ελευθερία. Επιλέγεις να επιστρέψεις στο κρεβάτι σου.
«Στο 13,5% σκαρφάλωσε η ανεργία», για «ρεκόρ δεκαετίας» κάνουν λόγο οι οικονομικοί συντάκτες. «Όσοι μιλούν με αριθμούς [...] αδυνατούν να αποδώσουν το νόημα που ο ίδιος ο άνεργος προσδίδει στην ανεργία» λέει η Φ. Τσαλίκογλου (Τα Νέα, 20.7.2010). Και συνεχίζει: «Δεν υπάρχει ανεργία. Άνεργοι μόνον υπάρχουν. Κάθε ιστορία άλλη, αλλά και όμοια. Όμοια στην οδύνη, στην ντροπή, στο στίγμα, στον αυτοστιγματισμό, στην αυτολύπηση».
Δεν ξέρω αν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους όλων αυτών με τους οποίους άθελά μας συμβάλαμε στο ρεκόρ της δεκαετίας. Πιστεύω όμως κι εγώ πως κάθε ιστορία (από τις 627.301, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία) όσο διαφορετική και να είναι στα επιμέρους είναι όμοια στην οδύνη της. Όμοια σε αυτό το διαβρωτικό αίσθημα ανυπαρξίας που κατακλύζει κάθε άνεργο. Γιατί πέρα από το ζήτημα της επιβίωσης προκύπτει κι ένα άλλο που δεν είχες υπολογίσει: μαζί με τη δουλειά σου χάθηκε και μια βασική συνιστώσα της ύπαρξής σου. Κι έτσι απλά, από τη μια στιγμή στην άλλη, καλείσαι να επανεφεύρεις τον εαυτό σου, την ταυτότητά σου, την ίδια σου την ύπαρξη. Αλλά δεν έχεις το κουράγιο.
Ξέρω ότι μπορεί να ακούγονται ελιτίστικα όλα αυτά. Γι’ αυτό ας το ξεκαθαρίσω ευθύς εξαρχής. Ήμουν από τους τυχερούς που χρειάστηκε απλώς να «περικόψω» για να επιβιώσω και όχι να «κόψω» εντελώς. Στην περίπτωσή μου δούλεψε ο θεσμός της αθάνατης ελληνικής οικογένειας, η οποία μπορεί να σε καταβροχθίζει, αλλά στη δύσκολη στιγμή θα σου σταθεί. Οικονομικά εννοώ. Θέλω να πω αναγνωρίζω ότι είναι εξουθενωτικό να μην έχεις να πληρώσεις το νοίκι σου, αλλά το υπαρξιακό κόστος μπορεί να είναι εξίσου διαλυτικό. Μην το υποτιμούμε.
Απολύθηκα παραμονές Χριστουγέννων του 2009. Η ατμόσφαιρα καφκική. Έξω οι πλανόδιοι παίζουν χριστουγεννιάτικα, το γνωστό χαζοχαρούμενο κλίμα των γιορτών. Το τηλέφωνό μου χτυπάει. Με καλούν από τον “Πύργο”. Ανεβαίνω την οφιοειδή σκάλα, φτάνω στον τελευταίο όροφο, μπαίνω στο απαστράπτον γραφείο του εργοδότη μου. Λυπάται πολύ, μα τόσο πολύ, που αρχίζω να τον λυπάμαι κι εγώ. Περικοπές, θα αναγκαστεί να κλείσει την επιχείρηση, οι τράπεζες δεν του δίνουν άλλα δάνεια… Θεούλη μου, έχω τίποτα στις τσέπες να βοηθήσω την κατάσταση;
Κατεβαίνω στο γραφείο μου. Και αποδώ και πέρα τι;
Αυτό το πρώτο στάδιο οι ψυχολόγοι το ονομάζουν στάδιο του σοκ. Διακρίνουν μάλιστα δύο κατηγορίες διαχείρισης της αποπληξίας: στην πρώτη εντάσσονται αυτοί που εκφράζουν τον θυμό τους βάζοντάς τα με το σύστημα και τον ανάλγητο εργοδότη, στη δεύτερη αυτοί που μέμφονται κυρίως τον εαυτό τους. Νομίζω ότι είναι σαφές σε ποια κατηγορία ανήκα. Το δεύτερο κατά σειρά στάδιο είναι το στάδιο της αισιοδοξίας: Μπορούμε να το συνοψίσουμε σε φράσεις όπως «κάθε εμπόδιο σε καλό», «ευκαιρία για μια νέα αρχή» κτλ.
Το τρίτο και φαρμακερό είναι το στάδιο της διάψευσης των ελπίδων, κοινώς η ανώμαλη προσγείωση στην πραγματικότητα. Τα πέρασα φυσικά και τα τρία, ευτυχώς χωρίς εμφανείς απώλειες, χωρίς να καταφύγω στα ναρκωτικά ή στο αλκοόλ, χωρίς να πάθω εγκεφαλικό ή ανακοπή (οι στατιστικές δίνουν υψηλά ποσοστά κακής υγείας στους ανέργους) — τη γλίτωσα με κάτι κρίσεις άγχους και δερματικά. Βοήθησε το ότι ήμουν γυναίκα χωρίς εξαρτώμενα, οικονομικά, από μένα μέλη, κάτι που με κατέτασσε αυτόματα στην κατηγορία «ελαφριά περίπτωση ανέργου». Ελαφριά; Μπα, υπάρχουν και τέτοιες;
Σκηνή 1η: ΟΑΕΔ-Ταμείο Ανεργίας. Στην ουρά με άλλους απολυμένους. Δεν αντέχεις να διασταυρώσεις το βλέμμα σου με κανέναν. Μέσα σου σκέφτεσαι: Εγώ δεν είμαι σαν εσάς, εγώ είμαι καλή και άξια, θύμα απλώς των περιστάσεων. Πας στο γκισέ για να υποβάλεις τα χαρτιά σου. Ευτυχώς η υπάλληλος δεν βλέπει το συρρικνωμένο σου εγώ και σου απευθύνεται με σεβασμό.
Σκηνή 2η: Βρίσκεσαι καλεσμένη κάπου. Οι απαραίτητες συστάσεις. Πώς σε λένε; Με λένε… Βρίσκεις κάποια πρόφαση και εξαφανίζεσαι για λίγο. Πρέπει πάση θυσία να αποφύγεις τη δεύτερη κατά σειρά ερώτηση: Και με τι ασχολείσαι;
Σκηνή 3η: Κάθεσαι με εφημερίδες (επιμελώς κρύβεις τις σελίδες με τις αγγελίες), βιβλία και όλo το σχετικό προπέτασμα καπνού στα καφέ της γειτονιάς. Πρέπει να φαίνεσαι busy, πολύ busy.
Σκηνή 4η: Έξω από το σούπερ μάρκετ κυρία απλώνει το χέρι και σου ζητάει ελεημοσύνη. «Είμαι άνεργη, σας παρακαλώ βοηθήστε με».
Σκηνή 5η: Υπάρχουν φίλοι σου, λίγοι ευτυχώς, που έχουν αρχίσει να σε αποφεύγουν. Θεωρούν άραγε τη δυστυχία σου κολλητική; Μπορεί όμως να έχεις απλώς τη μύγα…
Σκηνή 6η: Έχεις στείλει το βιογραφικό σου για μια θέση που τη θέλεις πολύ. Λες να… Σε καλούν σε συνέντευξη. Επιστρατεύεις ό,τι έχει απομείνει από τον παλιό καλό σου εαυτό για να πείσεις. Φυσικά και δεν πείθεις. Πάλι τα βάζεις με σένα.
Σκηνή 7η: [Από την ταινία «Δευτέρες με λιακάδα» του Fernando Aranoa.] Σε μια πόλη της βόρειας Ισπανίας που μαστίζεται από την ανεργία, μια παρέα από απολυμένους εργάτες στα ναυπηγεία ψάχνει απεγνωσμένα για δουλειά. Ο Λίνο, ο μεσήλικας της παρέας, τρέχει από συνέντευξη σε συνέντευξη, όπου οι συνυποψήφιοι για την εκάστοτε θέση έχουν συνήθως τα μισά του χρόνια.
Το παίρνει απόφαση: Πριν από την τελευταία συνέντευξη, φοράει το νεανικό μπουφάν του γιου του και βάφει τα γκρίζα του μαλλιά μαύρα. Στήνεται πάλι στην ουρά και περιμένει τη σειρά του για να τον φωνάξουν. Η αγωνία του είναι τόσο μεγάλη, που ιδρώνει συνέχεια. Στο πρόσωπό του κυλάνε χοντρές μαύρες σταγόνες από το μαλλί που ξεβάφει. Οι νέοι συνυποψήφιοι τον κοιτούν με βλέμματα γεμάτα ειρωνεία. Ο Λίνο σηκώνεται και φεύγει σκυφτός πριν φωνάξουν το όνομά του… Μίλησε μήπως κανείς για χαμένη αξιοπρέπεια;
Τον τελευταίο καιρό διανύω το στάδιο της συμφιλίωσης, ένα στάδιο που δεν αναφέρουν οι στατιστικές και οι ειδικοί. Συμβιβάστηκα με την κατάστασή μου, το αίσθημα αποτυχίας έχει υποχωρήσει. Είπαμε, ήμουν από τους τυχερούς. Ωστόσο, τα ρεκόρ είναι για να καταρρίπτονται, και είναι βέβαιο ότι σε λίγο καιρό χιλιάδες άνεργοι απογοητευμένοι, καταπτοημένοι και εκμηδενισμένοι θα σπάσουν το ρεκόρ της προηγούμενης χρονιάς. Και τα χειρότερα δεν τα έχουμε δει ακόμα…
sxoliastesxwrissynora