[ ]
Πρόσφατες Αναρτήσεις
Τα έκνομα πάθη
Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011 Posted by STEVENIKO

Του Χρήστου Κεχαγιά



Δεν ξέρω αν πρέπει να το πω έτσι στα ξεκούδουνα, αλλά αυτή η αλλόκοτη, παντελώς ανέραστη κατάσταση απαισιοδοξίας, φόβου, καχυποψίας, κατάθλιψης, συρρίκνωσης και υποχονδρίασης πρέπει κάπου να τελειώσει και μάλιστα γρήγορα. Δε με νοιάζει για το εάν οι ειδικοί θα αποφανθούν, μετά από πολύωρες αναλύσεις, ότι η αιτία του προβλήματος είναι οικονομική, κοινωνική, διεθνική, ευρωπαϊκή, συγκυριακή ή ό,τι άλλο κατεβάσει ο νους τους, με ενδιαφέρει να τελειώσει και να πάει από εκεί που ήρθε. Θα μου πείτε, και με το δίκιο σας, ότι αυτό όλοι το θέλουν, αλλά κανείς δεν μπορεί να δώσει λύση και άλλα τέτοια.

Εκεί έξω από τη Βουκουρεστίου, κάποιες καθωσπρέπει κυριούλες, καθώς πίνουν στυφό τσάι, κουνώντας νωχελικά τα χονδρά μαργαριταρένια βραχιολάκια τους, με ύφος αριστερίζουσας μεγαλοαστής, επαναλαμβάνουν συνωμοτικά και με στόμφο εκείνη την παμπάλαια επωδό: «Ετοιμάζονται –λένε- τα όνειρα να πάρουνε εκδίκηση»! Και ηδονίζονται, που συμμετέχουν κι αυτές στην επικείμενη ιλουστρασιόν επανάσταση, που είναι για τις ίδιες, σαν να γράφουν μαζί σαχλές σαγηνευτικές ιστορίες τύπου Πάολο Κοέλιο ή Χόρχε Μπουκάι. Αλλά, κάπου μέσα σε αυτή την αποβλάκωση της λάμψης των κοσμημάτων τους, η ηδονή που νιώθουν –ίσως είναι «κάτι» γι’ αυτές, δεν το εξετάζω- για την επικείμενη αλλαγή έχει τη δική της αξία.

Γιατί είναι πράγματι «κάτι» πολύ, μα πολύ περίεργο που πάει να γίνει, εδώ, σε αυτό το περίεργο κλωνάρι –σαν κληματσίδα αμπελιού είναι η Ελλάδα- που περισσεύει στην Ευρώπη. Φαντάζει σαν να το σχεδίαζαν, για λόγους πολλούς, πάμπολλους, που παραγίνανε –χρόνια τώρα, αιώνες- και απειλούν να ξεκοπούν απότομα από το κύριο αμπέλι και να πέσουν με πάταγο πάνω στη γη. Δεν είναι η πρόσκαιρη ηδονή, που εξυπηρετεί τις γηραιές κυριούλες που αναζητούν την ικανοποίηση σε φτηνά αναγνώσματα περιπτέρου, ούτε σχετίζεται με την τάση τους να κουτσομπολέψουν την επικαιρότητα με ύφος περισπούδαστης παρουσιάστριας μεσημεριανής εκπομπής. Είναι «κάτι» άλλο.

Διότι, όσο κι αν χαζολογήσουμε, τα όνειρα, πάει καιρός τώρα, που έφυγαν πάνω από τη χώρα και πέταξαν μακριά, γιατί κάποιοι πήγαν να τα βάλουν φυλακή, σαν τους αχρείους προδότες. Διότι πρόδωσαν, λέει, όσο άλλος κανείς, τα …ιδεώδη της φυλής, το ευρωπαϊκό όραμα, την κοινοβουλευτική μας δημοκρατία, την ολοκλήρωση της χώρας, την ανάπτυξη του τίποτα, που πήγε να ξεπροβάλλει σαν μπάσταρδη φύτρα, από ένα ανόσιο μείγμα πολλών [κυρίως μεταπολιτευτικών] εκδοχών, πάντοτε υφασμένο περίτεχνα γύρω από το στημόνι της πολιτικής και πρόσφατα της οικονομικής ανάγνωσης της κοινωνικής ζωής.

Και μες στη μισαλλοδοξία μας, το αναγνωρίσαμε και επίσημα… αν είναι ποτέ δυνατόν! Ο κόσμος –το αποδεχθήκαμε αναντίρρητα- είναι πλέον ξεδιάντροπα οικονομικός! Ο ξεπεσμός αυτής της ανάγνωσης [και προοπτικής] του σύγχρονου κόσμου, ωχριά μπροστά και σε αυτή την ιλουστρασιόν εκπόρνευση της φωταγωγημένης οδού Βουκουρεστίου, αλλά και σε εκείνη της ξεπεσμένης οδού Αθηνάς ή άλλων σκοτεινών οδών της πρωτεύουσας, που τα βράδια βρίσκουν την πληρωμένη τους πρόσκαιρη απόλαυση σε βαριεστημένους ‘επαγγελματίες’ του είδους. Αλλά, ακόμη κι εκεί, και στις δύο δηλαδή, είναι δυνατόν κατά λάθος να ξεφύγει από το πουθενά, σαν φάλτσα νότα, κάποιο συναίσθημα αναμεμιγμένο με ειλικρίνεια, ένα χάδι έστω, ένα χαμόγελο ή κάποιο αναίτιο πείραγμα..

Αντίθετα, ο σύγχρονος νεοδυτικός κόσμος είναι απίστευτα set-αρισμένος, μοναδικά κλειστός σε οτιδήποτε ανθρώπινο. Όλα είναι κανονισμένα, το παρόν, το μέλλον [και το παρελθόν μπήκε σε αυτό τον πειρασμό και πασχίζει να αναρωτηθεί για τον εαυτό του, λες και το είχε πραγματικά ανάγκη]. Όλα οδεύουν με εξωφρενική ταχύτητα στην αγκαλιά της περιβόητης ανάπτυξης και του εκσυγχρονισμού. Να το δεχθούμε, βρε αδερφέ, αλλά ανέκαθεν οι κοινότητες των ανθρώπων προσπαθούσαν να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη, κάλυπταν ανάγκες με νέα μέσα [κυρίως τεχνολογικά, ανά εποχή], δημιουργούσαν ανάγκες, ενίοτε πάλι κυνηγούσαν να υποδουλώσουν τη γειτονική φυλή, να κατακυριεύσουν τον ‘άλλο’ οικισμό, την απέναντι χώρα με πολεμική υστεροβουλία κλπ.

Αλλά κάπου, μαζί με όλα αυτά, υπήρχε και το ανθρώπινο στοιχείο – να το πω ξεκάθαρα – το ερωτικό ανθρώπινο στοιχείο, που ήθελε τον άνθρωπο να [θέλει ή να πρέπει να] γίνεται καλύτερος, δηλαδή περισσότερο ανθρώπινος, μαζί με τα λάθη του, με τις αβελτηρίες του, αλλά υπήρχε ‘κάτι’ σαν όραμα, σαν υπόδειγμα ανθρώπου, που η κοινότητα ήθελε να φτάσει ή να μοιάσει και γι’ αυτό το προτυποποιούσε, το έκανε άγιο ή ήρωα και το έβαζε μνημείο στην κεντρική της πλατεία. Έπειτα, ανέθετε σε ανθρώπους που κάτεχαν το λογισμό και την Τέχνη, να το κάνουν Παιδεία, να το βάλουν σε σχολεία, να διδάξουν μέθοδο ώστε να αρχίσει το πρότυπο να εμπνέει και να γεννοβολάει μιμητές, που να θέλουν κοινωνίες περισσότερο ανθρώπινες και ο κόσμος πάσχιζε σε αυτό τον αγώνα να δείξει τα καλύτερα στοιχεία του. Δεν εξιδανικεύω τη συνθήκη, αλλά από τη Νέα Ζηλανδία ως τη Μεγάλη Βρετανία και την Ιαπωνία ως τους Ινδιάνους της Αμερικής αυτό το πρότυπο, με τις παραλλαγές και τις τοπικές στοχεύσεις του λειτουργούσε.

Μετά τη λαίλαπα των δυο μεγάλων πολέμων, και ιδίως μετά το ποδοπάτημα της σχετικής συζήτησης που έλαβε χώρα στον 20ό αιώνα, με επίκεντρο κυρίως τη Γαλλία, μετά την πτώση του ανατολικού μπλοκ, ο κόσμος απότομα, άρχισε να γίνεται περισσότερο από-κοσμος, η ανθρωπιά έγινε ισοδύναμη του σουβενίρ που παίρνουμε από τα γραφικά χωριουδάκια των απανταχού ιθαγενών, για να μας θυμίζουν ότι περάσαμε σαν τον Κορτέζ ΚΑΙ από εκεί –ολίγον σαν κατακτητές δηλαδή- καθώς ξαναγυρίζουμε στην κυκλοτερή ρουτίνα της καθημερινότητας του σύγχρονου νεοδυτικού βίου. Βέβαια, μαζεύουμε πολλές φωτογραφίες, από τα παρθένα νησιά του αρχιπελάγους, με τη φάτσα μας να ποζάρει σαν πολύπειρο μοντέλο μπροστά στο φακό του συντρόφου μας. Σχεδόν πάντα, οι γυναίκες συνήθως (και ας με συγχωρούν) δίνουν ένα ‘κλικ’ με εκείνα τα ανόητα φιλιά στον αέρα, που αποτυπώνονται στη φωτογραφία, έτσι, ξενέρωτα και κενά νοήματος, μόνο για να στείλουν ένα σύντομο μήνυμα στον πρώην ή στον παρολίγο νυν, του ‘πόσα καλά περνάω’ ή ‘δες πόσο ασφαλής νιώθω ακόμα και να στραπατσάρω την εικόνα μου’, ‘κι εσύ ανόητε, συνέχισε να τραβάς ψηφιακές φωτογραφίες, τσάμπα είναι, θα τις ρετουσάρω λίγο και θα τις ανεβάσω όλες, να μπω στα μάτια τους…’

Όλες οι εικόνες, οι φωτογραφίες και τα σχόλια ‘ανεβαίνουν’ μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, εκεί ψηλά, που κατοικούν οι εικονικές μας προσωπικότητες, που δικτυώνονται ‘κοινωνικά’, με λίγες δεκάδες ‘like’ και μερικά σχόλια, κι αυτά συνήθως από υποχρέωση, στο βωμό του ανείπωτου θεσμού της καλής γειτνίασης και της [εικονικής] κοινωνικότητας. Αυτές οι στιγμές ζουν όσο ζει η πρώτη σελίδα της εικονικής μας κατοικίας: 2-3 μέρες το πολύ. Μετά, η πίεση της δικτυακής κοινωνικής ‘ευζωίας’ είναι τέτοια, που μας εξαναγκάζει να βγάλουμε και κάτι άλλο και κάτι άλλο, σε αυτό το ταχύτατο super market του φόβου και του τρεχαλητού ότι δεν υπάρχουμε κοινωνικά, αν δεν post-άρουμε κάτι, έστω και μια χαζομάρα…

Αυτό είναι και το report μας στην κοινότητα των ανθρώπων. Όλα τα άλλα τα αποδεχόμαστε ή τα υπομένουμε. Και δε δίνουμε λογαριασμό σε κανέναν άλλο, παρά μόνο στις τράπεζες για τα δάνειά μας, αλλά κι εκεί διαπραγματευόμαστε ολοένα και καλύτερα. Και απέναντι στον εαυτό μας τί λογαριασμό δίνουμε εκεί; Μήπως δεν προλαβαίνουμε γιατί έχουν προτεραιότητα άλλα πράγματα, ζωτικής σημασίας, συνυφασμένα με την ίδια μας την επιβίωση; Μήπως νομίζουμε ότι δεν προλαβαίνουμε, γιατί αυτή μας η ‘υποχρέωση’ υπεραναπληρώνεται από την δανειακή μας ‘υπερχρέωση’; Ποιός να μας απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα;

Η σύγχρονη βίβλος του νεοδυτικότροπου ‘ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΕΙΣ ΕΤΣΙ’ στο σχετικό κεφάλαιο, γράφει κάτι μπούρδες… σαν συνταγές για νερόβραστο κοκκινιστό μοιάζουν: «Σύμφωνα με τις έρευνες… οι δείκτες αυτοί… που τους έχουν επεξεργαστεί κεντρικά ο ΠΟΥ, ο ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ και κάτι άλλα σπόρια… προτείνουν την ..απόλυτη προσαρμογή … τη συμμόρφωση …προς τας υποδείξεις των κεντρικών τάσεων… και των μέσων όρων… της κοινής λογικής …». Εξ ου και οι «μηχανισμοί σύγκλισης», οι «κοινοί στόχοι» κλπ.

Όταν ακούω ηλιθιότητες του τύπου «η κοινή λογική», «ο κοινός νους», «ο κόσμος που μας ακούει και δεν καταλαβαίνει», «ο απλός ή ο μέσος άνθρωπος» δεν ξέρω γιατί, αλλά μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι και θέλω να ορμήσω και να πνίξω το σκύβαλο (σχεδόν πάντα τον δημοσιογράφο) που το λέει, αλλά μια φωνή πολιτικού με σταματά και με αφοπλίζει: «εν ονόματι της ανάπτυξης… εν ονόματι της δημοκρατίας, εν ονόματι του κόμματος» και άλλα τέτοια ηχηρά παρόμοια έρχονται να μου δώσουν το ακροτελεύτιο explanandum: ο κόσμος έγινε οικονομικός, για να μπορεί να αντέξει την δυσμορφία του ανέραστου. Βαφτίζοντας αυτή του την ανωμαλία σε «μέσο όρο», σε «κανονικό», σε «νόρμα» και «πρότυπο ζωής», έφερε με μαεστρία τούμπα όλες τις ανάγκες, τις καλούπωσε πάνω σε ένα δόγμα πλαστής ελευθερίας και τις ξανασέρβιρε στον κοσμάκη με την κενότητα και το κεχηνώς υπερσύγχρονου εμπορικού κέντρου.

Έπειτα άρχισε να αποσείει τις δικές του ενοχές και να τις φορτώνει στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, εξαναγκάζοντάς τον να τις δεχθεί σαν θέσφατο, έως ότου τις ενδοπροβάλλει και τις οικειοποιηθεί στο μέγιστο βαθμό. Έτσι, τα εγγενή στοιχεία του σύγχρονου τεράστιου τοτέμ, που κατοικοεδρεύει σε εξωφυσικό εικονικό χώρο, ενώθηκαν με τον ανθρώπινο φόβο, την ανασφάλεια, την προσπάθεια προσαρμογής στις τεράστιες ταχύτητες της ζωής και έγιναν ένα θεριό, που το βάφτισαν …διεθνή (χρηματιστηριακή) Αγορά.

Δεν αναφέρομαι στην παγκόσμια αγορά, που όλοι ψιλογουστάρουμε να επικρίνουμε, αλλά όλοι θωπεύουμε, κάθε φορά που ταξιδεύουμε στο εξωτερικό με το .. πανίσχυρο ευρώ μας, κάθε φορά που πάμε για shopping therapy. Αυτή την αγορά, κατά βάθος τη θέλουμε και καλά κάνουμε, γιατί κανείς δεν μπορεί να μας απαγορεύσει να νιώθουμε πολίτες του κόσμου και κανείς δεν μπορεί να μας συρρικνώσει, ώστε να αισθανόμαστε δήθεν ανώτεροι επειδή καταγόμαστε από αυτή τη γωνία της γης και όχι την άλλη. Αλλά όταν θεοποιείται αυτή η αγορά και μεταμορφώνεται σε «Αγορά» με πολλά πόδια («οι… Αγορές»), τότε αρχίζει ο φόβος και η καχυποψία και η ανάγκη αντίστασης σε αυτό το ιοβόλο τοτέμ, που πήγε κι έκατσε στο στομάχι μας και μας σφίγγει και μας σφίγγει σα να θέλει να μας στραγγίξει. Προσωπικά, αυτή την Αγορά ή τις Αγορές δεν τις θέλω γιατί μου χαλάνε τη ζωή και σιγά τώρα που θα τους δώσω και χώρο στην ιδιωτικότητά μου, στο Είναι μου μέσα, να τους ανεβάσω και σε ιερό τέμενος.. να πάνε από εκεί που ήρθανε και οι πιστοί τους ας ακολουθήσουν.

Γιατί αν φύγει από τη μέση αυτός ο ψυχαναγκασμός των Αγορών, των χρηματιστηρίων, που δεσμεύει πολιτικές, για να δεσμεύσουν τους λαούς, για να σπάσουν οι κοινότητες και να μείνουν κάτι φοβισμένες και ελεγχόμενες μονάδες –ο καθένας για την πάρτη του δηλαδή- τότε λέω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό, θα ανοίξει χώρος για να ξαναγυρίσει η ζωή.. ο έρωτας. Πώς; Τί σχέση έχει ο έρωτας και η ζωή με όλα αυτά; Σωστά… Καμία απολύτως. Γιατί δε χωράνε όλα αυτά μαζί. Αλλά κάπου σε κάποια παλιά αναγνώσματα θυμάμαι ότι σκοπός της πολιτικής κοινωνίας είναι να δώσει στον άνθρωπο περισσότερη ευδαιμονία και περισσότερη ευτυχία.

Ώχου! Ας μην προσβληθούν οι λοιποί σοφοί των μέσων όρων, αλλά ο έρωτας στα μάτια της δασκάλας εκείνου του αρχαίου σοφού, δεν είναι καθόλου «κανονικός», δεν υπακούει σε «νόρμες», είναι πολύ αλλοπρόσαλλος για να είναι δυνατόν να τυποποιηθεί και να κανονιστεί, είναι θεοπάλαβος, για να ζει με τους ρυθμούς που δίνουν οι ειδήσεις στην TV και τα άλλα μέσα… Άλλωστε εκείνος ζει στο μύθο της Διοτίμας. Ως γνήσιος γιος του Πόρου και της Πενίας εμφανίζεται πότε άνετος και ειλικρινής και χαλαρός έχοντας γνώση και περάσματα για κάθε ζήτημα, άλλες φορές πάλι, γιος της Πενίας γαρ, σέρνεται μέσα στις λάσπες και ζητιανεύει και παρακαλάει για λίγη σημασία ή ένα ξεροκόμματο από το αντικείμενο του πόθου του, ντυμένος σαν τη μάνα του, με κάτι παλιόρουχα και με καχεκτικότητα επαίτη. Ο Έρωτας είναι πάντοτε σαν τα πάθη που δημιουργεί: είναι πάντοτε έκνομος. Και επειδή κινείται στα όρια και μακράν της ισορροπίας, γι’ αυτό δίνει ζωή. Και ίσως γι’ αυτό, αληθινά επικίνδυνος –για οποιαδήποτε νέα τάξη πραγμάτων- είναι ο αληθινά επαναστάτης ή/και ο αληθινά ερωτευμένος άνθρωπος.

Άραγε τί και ποιός μας εμποδίζει από το να (ξανα-)απολαύσουμε τη δική μας ζωή;



Ο Χρήστος Κεχαγιάς είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας Παντείου Πανεπιστημίου


STEVENIKO

Σας ευχαριστώ για την επίσκεψη σας...

0 σχόλια for "Τα έκνομα πάθη"

Leave a reply