Στίγκλιτς: «Εγκαταλείψτε τη λιτότητα, για να σωθείτε»
Της Ζέζας Ζήκου
H Ελλάδα ζει ημέρες δράματος πριν από τη δόση, μόνο που ούτε αυτή τη φορά το δράμα θα οδηγήσει σε κάθαρση. Ομως το χαλί στην τρόικα και τον Τόμσεν το έστρωσαν όλοι αυτοί που τους ξέρουμε, αλλά οι χαμαιλέοντες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας προτιμούν να ξεχνούν. Αυτοί δέχτηκαν τους «κανόνες του παιχνιδιού» των δανειστών και κόλλησαν την Ελλάδα στον τοίχο. Οι αμαρτίες όλων αυτών οδήγησαν την Ελλάδα στο χρεοστάσιο και σήμερα χαμογελούν αμέριμνοι, δείχνοντας το Der Spiegel: «Πιόνια πολιτικών συμφερόντων» οι ελεγκτές της τρόικας καταγγέλλει το γερμανικό έντυπο και γελάει κάθε πικραμένος.
«Πιόνια πολιτικών συμφερόντων», λοιπόν, έχουν καταστεί οι ελεγκτές της τρόικας, σύμφωνα με σχόλιο που δημοσιεύεται στο Der Spiegel, στο οποίο μάλιστα προτείνεται η διάλυσή της. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, καθένα από τα μέλη της τρόικας ακολουθεί τα δικά του συμφέροντα, ενώ οι αποφάσεις για την τύχη της Ελλάδας λαμβάνονται τελικά από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και κυρίως από το Βερολίνο. Εντάξει, αυτό εμείς το είπαμε προ πολλού.
«Ακριβώς επειδή πρέπει να ληφθούν αντιδημοφιλείς αποφάσεις, είναι βολικό να φορτώνονται όλα σε ανεξάρτητες επιτροπές, χωρίς την κρίση των οποίων δεν αποφασίζεται, υποτίθεται, τίποτα» αναφέρει ο αρθρογράφος και τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, ενώ το ΔΝΤ πιέζει για μία κατά το δυνατόν πιο αντικειμενική έκθεση. «Αν η τρόικα παρουσιάσει μια αρνητική για την Ελλάδα έκθεση, το ΔΝΤ θα μπορούσε να σταματήσει τη συμμετοχή του στη διάσωσή της. Ακόμη όμως και χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ, τα κράτη της Ευρωζώνης δεν θα αφήσουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει» υποστηρίζει το περιοδικό. Απλώς, έτσι είναι...
Στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη του νομπελίστα καθηγητή οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια (ΗΠΑ) Τζόζεφ Στίγκλιτς. Ο Αμερικανός οικονομολόγος επισημαίνει τις γνωστές αλήθειες. Η πηγή της κρίσης, κατά τον καθηγητή, «δεν βρίσκεται στα υπερβολικά υψηλά μακροπρόθεσμα χρέη και ελλείμματα. Η ύφεση προκάλεσε τα ελλείμματα, και όχι το αντίστροφο. Πριν από την κρίση η Ισπανία και η Ιρλανδία είχαν δημοσιονομικά πλεονάσματα και δεν μπορούν να κατηγορηθούν για σπατάλες».
Για την έξοδο από την κρίση, ο Στίγκλιτς δεν βλέπει παρά δύο λύσεις: «Οι εναλλακτικές λύσεις είναι: περισσότερη ή καθόλου Ευρώπη. Ολες οι ενδιάμεσες λύσεις είναι ασταθείς». Συγκεκριμένα, λέει μεταξύ άλλων τα εξής: «Το βασικό πρόβλημα στην Ευρώπη είναι προς το παρόν τα πακέτα λιτότητας, τα οποία μειώνουν τη ζήτηση και αποδυναμώνουν την οικονομική ανάπτυξη. Η εγκατάλειψη αυτής της πολιτικής είναι απολύτως αναγκαία, για να αποκτήσουμε περισσότερη ισότητα. Για παράδειγμα, η Ισπανία γίνεται όλο και πιο αδύναμη, το χρήμα φεύγει από τη χώρα, είναι παγιδευμένη σε μια υφεσιακή πορεία. Περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία απλώς θα επιδείνωνε την παρακμή. Ποτέ καμία εθνική οικονομία δεν ξεπέρασε την ύφεση με τη βοήθεια της λιτότητας».
Στην ερώτηση πώς η Εσθονία και η Λιθουανία βελτίωσαν την παραγωγικότητά τους μέσω μισθολογικών περικοπών και ανέκαμψαν, απαντάει: «Πρόκειται για μικρές χώρες, οι οποίες μπορούν να εξισορροπήσουν την απώλεια δημοσίων δαπανών με περισσότερες εξαγωγές. Αλλά αυτό δεν λειτουργεί τόσο απλά όταν η συναλλαγματική ισοτιμία είναι σταθερή και οι εμπορικοί εταίροι δεν είναι σε καλή κατάσταση. Οι χώρες που βρίσκονται σε κρίση δεν υποφέρουν από υπερβολικές δαπάνες. Το πρόβλημα εκεί δεν είναι η προσφορά, αλλά η ζήτηση. Η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική είναι υπεύθυνες να αποκαταστήσουν την πλήρη απασχόληση». Και προσθέτει: «Επειδή οι κυβερνήσεις διαφέρουν από τους ιδιωτικούς προϋπολογισμούς. Αν ένας πολίτης περιορίζει τις δαπάνες του, αυτό δεν έχει επιπτώσεις στη χώρα. Εξ αυτού δεν αυξάνεται η ανεργία. Οταν όμως η κυβέρνηση μειώνει τις δαπάνες της, τότε αυτό έχει ισχυρό αντίκτυπο. Μια αύξηση μπορεί να θέσει σε κίνηση την παραγωγή, θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για ανθρώπους οι οποίοι διαφορετικά θα παρέμεναν άνεργοι».
Τέλος, για το μέλλον της Ευρώπης επισημαίνει τα εξής: «Η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Οι εναλλακτικές λύσεις είναι: περισσότερη ή καθόλου Ευρώπη. Ολες οι ενδιάμεσες λύσεις είναι ασταθείς. Και οι δύο στρατηγικές θα κόστιζαν στη Γερμανία, αλλά η «περισσότερη» Ευρώπη» θα κοστίσει λιγότερα. Η Ευρώπη χρειάζεται ένα κοινό τραπεζικό σύστημα και μια κοινή δημοσιονομική πολιτική. Και αν εκδώσει κοινά ομόλογα, θα μπορούσε να έχει ακόμα ευνοϊκότερη πρόσβαση στις αγορές δανεισμού από ό,τι οι ΗΠΑ. Ετσι, «η περισσότερη Ευρώπη» δεν είναι καλύτερη μόνο για την Ισπανία ή την Ιταλία, αλλά και για τη Γερμανία».
H Ελλάδα ζει ημέρες δράματος πριν από τη δόση, μόνο που ούτε αυτή τη φορά το δράμα θα οδηγήσει σε κάθαρση. Ομως το χαλί στην τρόικα και τον Τόμσεν το έστρωσαν όλοι αυτοί που τους ξέρουμε, αλλά οι χαμαιλέοντες της πολιτικής και της δημοσιογραφίας προτιμούν να ξεχνούν. Αυτοί δέχτηκαν τους «κανόνες του παιχνιδιού» των δανειστών και κόλλησαν την Ελλάδα στον τοίχο. Οι αμαρτίες όλων αυτών οδήγησαν την Ελλάδα στο χρεοστάσιο και σήμερα χαμογελούν αμέριμνοι, δείχνοντας το Der Spiegel: «Πιόνια πολιτικών συμφερόντων» οι ελεγκτές της τρόικας καταγγέλλει το γερμανικό έντυπο και γελάει κάθε πικραμένος.
«Πιόνια πολιτικών συμφερόντων», λοιπόν, έχουν καταστεί οι ελεγκτές της τρόικας, σύμφωνα με σχόλιο που δημοσιεύεται στο Der Spiegel, στο οποίο μάλιστα προτείνεται η διάλυσή της. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, καθένα από τα μέλη της τρόικας ακολουθεί τα δικά του συμφέροντα, ενώ οι αποφάσεις για την τύχη της Ελλάδας λαμβάνονται τελικά από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και κυρίως από το Βερολίνο. Εντάξει, αυτό εμείς το είπαμε προ πολλού.
«Ακριβώς επειδή πρέπει να ληφθούν αντιδημοφιλείς αποφάσεις, είναι βολικό να φορτώνονται όλα σε ανεξάρτητες επιτροπές, χωρίς την κρίση των οποίων δεν αποφασίζεται, υποτίθεται, τίποτα» αναφέρει ο αρθρογράφος και τονίζει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, ενώ το ΔΝΤ πιέζει για μία κατά το δυνατόν πιο αντικειμενική έκθεση. «Αν η τρόικα παρουσιάσει μια αρνητική για την Ελλάδα έκθεση, το ΔΝΤ θα μπορούσε να σταματήσει τη συμμετοχή του στη διάσωσή της. Ακόμη όμως και χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ, τα κράτη της Ευρωζώνης δεν θα αφήσουν την Ελλάδα να χρεοκοπήσει» υποστηρίζει το περιοδικό. Απλώς, έτσι είναι...
Στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη του νομπελίστα καθηγητή οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια (ΗΠΑ) Τζόζεφ Στίγκλιτς. Ο Αμερικανός οικονομολόγος επισημαίνει τις γνωστές αλήθειες. Η πηγή της κρίσης, κατά τον καθηγητή, «δεν βρίσκεται στα υπερβολικά υψηλά μακροπρόθεσμα χρέη και ελλείμματα. Η ύφεση προκάλεσε τα ελλείμματα, και όχι το αντίστροφο. Πριν από την κρίση η Ισπανία και η Ιρλανδία είχαν δημοσιονομικά πλεονάσματα και δεν μπορούν να κατηγορηθούν για σπατάλες».
Για την έξοδο από την κρίση, ο Στίγκλιτς δεν βλέπει παρά δύο λύσεις: «Οι εναλλακτικές λύσεις είναι: περισσότερη ή καθόλου Ευρώπη. Ολες οι ενδιάμεσες λύσεις είναι ασταθείς». Συγκεκριμένα, λέει μεταξύ άλλων τα εξής: «Το βασικό πρόβλημα στην Ευρώπη είναι προς το παρόν τα πακέτα λιτότητας, τα οποία μειώνουν τη ζήτηση και αποδυναμώνουν την οικονομική ανάπτυξη. Η εγκατάλειψη αυτής της πολιτικής είναι απολύτως αναγκαία, για να αποκτήσουμε περισσότερη ισότητα. Για παράδειγμα, η Ισπανία γίνεται όλο και πιο αδύναμη, το χρήμα φεύγει από τη χώρα, είναι παγιδευμένη σε μια υφεσιακή πορεία. Περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία απλώς θα επιδείνωνε την παρακμή. Ποτέ καμία εθνική οικονομία δεν ξεπέρασε την ύφεση με τη βοήθεια της λιτότητας».
Στην ερώτηση πώς η Εσθονία και η Λιθουανία βελτίωσαν την παραγωγικότητά τους μέσω μισθολογικών περικοπών και ανέκαμψαν, απαντάει: «Πρόκειται για μικρές χώρες, οι οποίες μπορούν να εξισορροπήσουν την απώλεια δημοσίων δαπανών με περισσότερες εξαγωγές. Αλλά αυτό δεν λειτουργεί τόσο απλά όταν η συναλλαγματική ισοτιμία είναι σταθερή και οι εμπορικοί εταίροι δεν είναι σε καλή κατάσταση. Οι χώρες που βρίσκονται σε κρίση δεν υποφέρουν από υπερβολικές δαπάνες. Το πρόβλημα εκεί δεν είναι η προσφορά, αλλά η ζήτηση. Η δημοσιονομική και η νομισματική πολιτική είναι υπεύθυνες να αποκαταστήσουν την πλήρη απασχόληση». Και προσθέτει: «Επειδή οι κυβερνήσεις διαφέρουν από τους ιδιωτικούς προϋπολογισμούς. Αν ένας πολίτης περιορίζει τις δαπάνες του, αυτό δεν έχει επιπτώσεις στη χώρα. Εξ αυτού δεν αυξάνεται η ανεργία. Οταν όμως η κυβέρνηση μειώνει τις δαπάνες της, τότε αυτό έχει ισχυρό αντίκτυπο. Μια αύξηση μπορεί να θέσει σε κίνηση την παραγωγή, θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για ανθρώπους οι οποίοι διαφορετικά θα παρέμεναν άνεργοι».
Τέλος, για το μέλλον της Ευρώπης επισημαίνει τα εξής: «Η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Οι εναλλακτικές λύσεις είναι: περισσότερη ή καθόλου Ευρώπη. Ολες οι ενδιάμεσες λύσεις είναι ασταθείς. Και οι δύο στρατηγικές θα κόστιζαν στη Γερμανία, αλλά η «περισσότερη» Ευρώπη» θα κοστίσει λιγότερα. Η Ευρώπη χρειάζεται ένα κοινό τραπεζικό σύστημα και μια κοινή δημοσιονομική πολιτική. Και αν εκδώσει κοινά ομόλογα, θα μπορούσε να έχει ακόμα ευνοϊκότερη πρόσβαση στις αγορές δανεισμού από ό,τι οι ΗΠΑ. Ετσι, «η περισσότερη Ευρώπη» δεν είναι καλύτερη μόνο για την Ισπανία ή την Ιταλία, αλλά και για τη Γερμανία».