Ενώ οι μέλισσες πεθαίνουν..
Και εμείς μένουμε καθηλωμένοι μπροστά σε μαύρα κουτιά να παρακολουθούμε, παραδομένοι, ρήτορες και αγύρτες να λογομαχούν σε μια καλοστημένη παράσταση, ώστε να πρωταγωνιστήσουν, να μαγέψουν τα μάτια και τον ακατέργαστο νου ενός ευκολόπιστου κοινού, που στην απόγνωση του αναζητά στηρίγματα φτιαγμένα από εύθραστα υλικά.
"Πεθαίνουν οι μέλισσες ρε Γιάννη, το καταλαβαίνω".
Και εμείς παρακολουθούμε αδρανείς τις διαφορετικές φωνές να φιμώνονται, την άλλη άποψη να λογοκρίνεται, την αληθή είδηση που "ενοχλεί" να διώκεται με απίστευτη σφοδρότητα. Δεν αντιδρούμε, δεν επεξεργαζόμαστε. Μόνο κοιτάμε.
"Χάνονται οι μέλισσες" με προειδοποιείς με μια ζωηρή απόγνωση στο βλέμμα.
Και μείς συνεχίζουμε να πιστεύουμε πως διασκεδάζουμε με θεάματα γελοία που στην ουσία μας κοιμίζουν. Συνεχίζουμε να συζητάμε άσκοπα για Ελλάδες, Ευρώπες, κόσμους, οικονομίες και πολιτικές. Συνεχίζουμε να κοιτάζουμε με καχύποπτο χαμηλωμένο βλέμμα ότι μοιάζει ξένο και να προσπαθούμε να βρούμε υπαίτιους να ρίξουμε ευθύνες που έπρεπε να στοιχειώνουν εμάς. Διώχνουμε με μανία κάποιες Ερινύες που θα μας εξανάγκαζαν να γυρίσουμε το βλέμμα μας στο αμαρτωλό μας παρελθόν και ίσως μας βοηθούσαν να ξαναβρούμε τον δρόμο μας. Συνεχίζουμε να κοροϊδεύουμε, να στρουθοκαμηλίζουμε, να γελάμε ψεύτικα μπας και διασκεδάσουμε το συναίσθημα της μελαγχολίας που τόσο έντονα χτυπά την πόρτα της ψυχής μας.
"Εξαφανίζονται οι μέλισσες ρε Γιάννη, ναι".
Μα εμείς αδιαφορούμε. Δεν μας νοιάζει καμία παιδεία που θα μας οδηγούσε στην σωτηρία. Μας νοιάζει μια εκπαίδευση και ένα χαρτί, που πιστοποιεί την ομαλή μετάβαση από τα χρόνια της φαντασίας στην εποχή της ρομποτοποίησης.
"Οι μέλισσες πεθαίνουν Γιάννη μου, το βλέπω και εγώ, λιγοστεύουν"
Και μεις μένουμε στα ίδια, στάσιμοι να κοκορομαχούμε, να πληγώνουμε και να πληγωνόμαστε, να υποτιμάμε και να μας μειώνουν, να κριτικάρουμε και να μας κριτικάρουν, να ανταγωνιζόμαστε και να μας πατούν, να ελπίζουμε με τον ίδιο κοντόφθαλμο τρόπο στην εκπλήρωση των λάθος στόχων, των παθών μας.
"Πεθαίνουν οι μέλισσες Γιάννη μου, τί περίμενες; Περίμενες κάτι διαφορετικό; Κάποτε θα πέθαιναν".
Και εμείς οι ανόητοι συνεχίζουμε να ψεκάζουμε με θάνατο μια μάνα, που θλίβεται. Με φάρμακα που μεγιστοποιούν το κέρδος με αντίτιμο την καταστροφή μας. Συνεχίζουμε να πετάμε αλόγιστα τις τεράστιες ποσότητες σκουπιδιών που άπληστα καταλώνουμε, γιατί το κάνουν και οι άλλοι. Και σου είναι αδύνατον να σκεφτείς αντίθετα από τον τρόπο που σκέφτονται οι άλλοι γιατί θα σε περιθωριοποιήσουν, γιατί ήσουν σωστός.
"Μετέφερα την θλιβερή σου είδηση στον παππού μου, Γιάννη και συγκλονίστηκα."
"Πεθαίνουν οι μέλισσες παππού, τα φυτοφάρμακα η ακτινοβολία των κινητών της οδηγούν στον χαμό". Και ο παππούς μου, πάντα ακμαίος και τρανός, βούρκωσε. Πρώτη φορά τον είδα να βουρκώνει."Πολύ με στεναχώρησες παιδί μου" μου πε. "Καταφέραμε και τις εξολοθρεύσαμε και αυτές, εμείς τα θεριά. Τα χειρότερα θεριά είμαστε. Μακάρι να χανόμασταν εμείς".
"Που διαφέρουν οι μέλισσες από τον άνθρωπο ρε Γιάννη ξέρεις;"
Στο ένστικτο και την λογική, στην απληστία. Τί είναι η απληστία μας; Η υποταγή της λογικής μας στην υπηρεσία ενός λάθος ενστίκτου που παράγει έχθρα. Έχθρα για τον άνθρωπο, έχθρα για την φύση, έχθρα για όλα. Η χρήση της λογικής μας μόνο για την ικανοποίηση των προσωπικών μας παθών.
"Κάτι μου λέει όμως ρε Γιάννη πως όλα μεταξύ τους συνδέονται. Η απάθεια, η λογοκρισία, η ευθυνοφοβία, η αδιαφορία, η κατάθλιψη, η κοντόφθαλμη λογική, η υποταγή στα πάθη, θανάτωσαν τις μέλισσες και θα θανατώσουν και εμάς. Και φοβάμαι πως είναι αργά και έχουμε ήδη θυσιάσει τον εαυτό μας στην απληστία μας."