«Δεν καταλαβαίνω τον κόσμο, δεν τον αναπνέω αυτό τον κόσμο πια»
ΜΕΛΙΤΑ ΚΑΡΑΛΗ
ΜΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕ ΓΡΑΦΕΙΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ; «Δε γράφω γιατί δεν καταλαβαίνω τον κόσμο Δεν τον αναπνέω αυτό τον κόσμο πια» απάντησα. «Γιατί;». Με τους docers χαμογελάμε με συνενοχή. Γιατί βαρεθήκαμε να μιλάμε για τα αυτονόητα.
ΖΟΥΜΕ ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΙΑ ΣΙΩΠΗ ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΗ. Νομίζουμε ότι θα ξεφύγουμε από τον πόνο και την ήττα. Δεν κοιταζόμαστε στα μάτια μ' αυτούς που αγαπάμε. Δε θέλουμε να εξηγούμε, να δημιουργούμε, να αισθανόμαστε, να σχεδιάζουμε. Είμαστε εδώ, αλλά δεν κατοικούμε εδώ. «Γιατί;». Για την κουλτούρα του μίσους, τις ιδέες που αργοπεθαίνουν στα σκοτάδια, τους λογιστές που ισολογίζουν το δίκαιο, την αδιαφορία, τις κλοτσιές στους πεθαμένους. Αργόσυρτη αναμονή, τίποτα.
ΑΔΥΝΑΤΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΖΕΨΟΥΜΕ τις σκόρπιες σκέψεις μας και να τις συνθέσουμε σε μια διαυγή προοπτική του κόσμου και του είναι μας.
«ΝΤΥΣΟΥ ΚΑΛΑ, ΦΥΣΑΕΙ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ» λέει το παγκάκι στην πλατεία «αγανακτισμένων». Πάει ένας χρόνος και πια. Περάσαμε ένα φθινόπωρο, ένα χειμώνα, μια άνοιξη κι ένα καλοκαίρι χωρίς να καταλαβαίνουμε τις παύσεις ελπίδας. Ας το πάρουμε χαμπάρι, λέμε, δεν αντέξαμε σαν κοινωνία αυτή τη στροφή της ιστορίας. Δεν ξανασηκωθήκαμε.
ΒΑΡΕΘΗΚΑΜΕ, ΠΟΥ ΛΕΣ, να μιλάμε για τα αυτονόητα, να μην καταλαβαίνουμε τον κόσμο και να πενθούμε. Άλλοι μένουν κι άλλοι φεύγουν -όλο μικρές κηδείες. Αγαπημένοι αποχωρούν χωρίς να θέλουν να μας αποχαιρετήσουν. Βγάζουν εισιτήρια χωρίς να θέλουν να πάνε πουθενά. Κοιτάζουν χάρτες χωρίς να επιθυμούν να τους ανακαλύψουν. Κι εμείς είμαστε εδώ, αλλά δεν κατοικούμε εδώ, σου λέω. Παγιδευμένοι στο πουθενά του μπρος-πίσω. Νεο-εξόριστοι. Αποχωριζόμαστε, σπάμε ξανά και ξανά σε πολλά κομμάτια. Μιλάμε ο ένας στον άλλο από μέσα μας.
ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΙ. Είμαστε πραγματικοί φίλοι που ζούμε στο μυαλό μας, στη μόνη πατρίδα που έχουμε. Πού κουράγιο για τηλεφωνήματα; Μόνο ανταλλάσσουμε καρτ-ποστάλ. Βάζουμε μέσα βιβλία, γλυκά και στίχους. Ό,τι μπορεί να υποκαταστήσει τα χάδια και το κουράγιο, και να ψιθυρίσει όνειρα. Ζάχαρη και λέξεις. Χάδια στο στόμα και ζάχαρη στα μαλλιά. Και το αντίθετο. Μαζεύουμε δυνάμεις και πίνουμε. Σε ένα φανταστικό κόσμο που από στιγμή σε στιγμή θα ξαναρχίσει να γυρίζει. Θα σταματήσει να πενθεί. Θα οργανωθεί. Θα φωνάξει. Θα χορέψει. Θα απαιτήσει λογική και νόημα για τη ζωή.
ΕΙΣ ΥΓΕΙΑΝ, σπρώξτε λίγο.