Απλήρωτη νομιμότητα...
Του Νικόλα Σεβαστάκη
Οι κυβερνήσεις πολιτεύονται όλο και συχνότερα με πομπώδεις ευφημισμούς και καλόβολες ασάφειες. Αυτή τη στιγμή, όπως γνωρίζουμε, η δική μας τρικομματική κυβέρνηση αναζητεί εναγωνίως ένα ηπιότερο «ισοδύναμο» της βάναυσης λέξης απόλυση. Έχουν προηγηθεί στο μεταξύ κάμποσες αναπλάσεις για την απάλειψη αντίστοιχων δυσάρεστων λέξεων. Πλείστες «αναπροσαρμογές» πήραν τη θέση των κακόφημων περικοπών και μειώσεων.
Συμβαίνει όμως κάποτε η γλώσσα να συμβαδίζει με την πολιτική. Και τότε το ύφος το οποίο χρησιμοποιεί κανείς αποκαλύπτει και τη δημόσια φιλοσοφία του. Η δημοσιογραφική περιφορά των εισβολέων στο Πεντάγωνο πριν από κάποιες μέρες, συνιστά επιβεβαίωση μιας τέτοιας ανησυχητικής σύμπτωσης. Εδώ δεν έχουμε απλώς την περιγραφή ενός συμβάντος ή τη συνηθισμένη ροπή του ρεπορτάζ στη δραματοποίηση. Οι επίφοβες λέξεις οι οποίες παραπέμπουν στην εικόνα αναρχούμενης πολιτείας, αναγγέλλουν συγχρόνως ένα πολιτικό δόγμα: την περίφημη μηδενική ανοχή στο «ξέφραγο αμπέλι» όπως διαμήνυσε ο πρωθυπουργός.
Τι λέει όμως αυτό το πολιτικό δόγμα αξιοποιώντας τις περισσότερες φορές το κράτος των εντυπώσεων και αποσιωπώντας τις πραγματικότητες; Ορκίζεται στο κύρος του κράτους ενώ προσπερνά, με ελαφρότητα, την κοινωνική οδύνη και τις εμπειρίες ακραίας αδικίας που απλώνονται επικίνδυνα. Οι θιασώτες της «μηδενικής ανοχής» μοιάζει να έχουν ξεχάσει την αμοιβαιότητα που πρέπει να διαπνέει κάθε συμβόλαιο ώστε να έχει αληθινή εγκυρότητα. Ακόμα χειρότερα, κάνουν πως δεν γνωρίζουν ότι ζούμε σε ένα σύστημα όπου λίγα πράγματα διατίθενται δωρεάν. Σε αυτό το σύστημα, η αμειβόμενη εργασία και η πρόσβαση σε εισόδημα και όχι σε ευτελή επιδόματα που υποκαθιστούν το εισόδημα, είναι συστατικά στοιχεία του όποιου κοινωνικού συμβολαίου. Γι' αυτό και είναι παράλογη η απαίτηση από τον απλήρωτο επί μήνες εργαζόμενο ή από τον απολυμένο να σκέφτεται και να δρα ως τέρας ψυχραιμίας και ορθολογικότητας.
Το νέο πολιτικό δόγμα παρουσιάζει όμως και άλλες εκπλήξεις. Δεν απαιτεί μόνο από κάθε έκφραση διαμαρτυρίας εχέγγυα κοσμιότητας και θαυμαστής νηφαλιότητας. Προωθεί επίσης μια ιδέα περί δημοκρατίας όπου το παν είναι μια στιλιζαρισμένη εικόνα ευταξίας και καλής διάθεσης του πολίτη: κάτι σαν τεχνητή ατμόσφαιρα Ολυμπιακών Αγώνων, κι ας είδαμε πόσους σκελετούς στο ντουλάπι έκρυβε εκείνη η στιλβωμένη επιφάνεια.
Η δημοκρατία εξακολουθεί, πάντως, να είναι σύνθετη λέξη˙ δεν περιέχει μόνο το κράτος αλλά και τον δήμο. Τα δεινά του δήμου, έστω και αν ενίοτε δεν εξωτερικεύονται με πολιτικά ορθό τρόπο, είναι πληγές της δημοκρατίας.
Αποτελεί όμως σημείο των καιρών ότι είναι οι «φιλελεύθεροι» που σπεύδουν να ταυτίσουν σε κάθε ευκαιρία το νόημα της δημοκρατίας με την κρατική σκοπιμότητα και αυτή την τελευταία με τις βουλές μιας κυβέρνησης.
Οι κυβερνήσεις πολιτεύονται όλο και συχνότερα με πομπώδεις ευφημισμούς και καλόβολες ασάφειες. Αυτή τη στιγμή, όπως γνωρίζουμε, η δική μας τρικομματική κυβέρνηση αναζητεί εναγωνίως ένα ηπιότερο «ισοδύναμο» της βάναυσης λέξης απόλυση. Έχουν προηγηθεί στο μεταξύ κάμποσες αναπλάσεις για την απάλειψη αντίστοιχων δυσάρεστων λέξεων. Πλείστες «αναπροσαρμογές» πήραν τη θέση των κακόφημων περικοπών και μειώσεων.
Συμβαίνει όμως κάποτε η γλώσσα να συμβαδίζει με την πολιτική. Και τότε το ύφος το οποίο χρησιμοποιεί κανείς αποκαλύπτει και τη δημόσια φιλοσοφία του. Η δημοσιογραφική περιφορά των εισβολέων στο Πεντάγωνο πριν από κάποιες μέρες, συνιστά επιβεβαίωση μιας τέτοιας ανησυχητικής σύμπτωσης. Εδώ δεν έχουμε απλώς την περιγραφή ενός συμβάντος ή τη συνηθισμένη ροπή του ρεπορτάζ στη δραματοποίηση. Οι επίφοβες λέξεις οι οποίες παραπέμπουν στην εικόνα αναρχούμενης πολιτείας, αναγγέλλουν συγχρόνως ένα πολιτικό δόγμα: την περίφημη μηδενική ανοχή στο «ξέφραγο αμπέλι» όπως διαμήνυσε ο πρωθυπουργός.
Τι λέει όμως αυτό το πολιτικό δόγμα αξιοποιώντας τις περισσότερες φορές το κράτος των εντυπώσεων και αποσιωπώντας τις πραγματικότητες; Ορκίζεται στο κύρος του κράτους ενώ προσπερνά, με ελαφρότητα, την κοινωνική οδύνη και τις εμπειρίες ακραίας αδικίας που απλώνονται επικίνδυνα. Οι θιασώτες της «μηδενικής ανοχής» μοιάζει να έχουν ξεχάσει την αμοιβαιότητα που πρέπει να διαπνέει κάθε συμβόλαιο ώστε να έχει αληθινή εγκυρότητα. Ακόμα χειρότερα, κάνουν πως δεν γνωρίζουν ότι ζούμε σε ένα σύστημα όπου λίγα πράγματα διατίθενται δωρεάν. Σε αυτό το σύστημα, η αμειβόμενη εργασία και η πρόσβαση σε εισόδημα και όχι σε ευτελή επιδόματα που υποκαθιστούν το εισόδημα, είναι συστατικά στοιχεία του όποιου κοινωνικού συμβολαίου. Γι' αυτό και είναι παράλογη η απαίτηση από τον απλήρωτο επί μήνες εργαζόμενο ή από τον απολυμένο να σκέφτεται και να δρα ως τέρας ψυχραιμίας και ορθολογικότητας.
Το νέο πολιτικό δόγμα παρουσιάζει όμως και άλλες εκπλήξεις. Δεν απαιτεί μόνο από κάθε έκφραση διαμαρτυρίας εχέγγυα κοσμιότητας και θαυμαστής νηφαλιότητας. Προωθεί επίσης μια ιδέα περί δημοκρατίας όπου το παν είναι μια στιλιζαρισμένη εικόνα ευταξίας και καλής διάθεσης του πολίτη: κάτι σαν τεχνητή ατμόσφαιρα Ολυμπιακών Αγώνων, κι ας είδαμε πόσους σκελετούς στο ντουλάπι έκρυβε εκείνη η στιλβωμένη επιφάνεια.
Η δημοκρατία εξακολουθεί, πάντως, να είναι σύνθετη λέξη˙ δεν περιέχει μόνο το κράτος αλλά και τον δήμο. Τα δεινά του δήμου, έστω και αν ενίοτε δεν εξωτερικεύονται με πολιτικά ορθό τρόπο, είναι πληγές της δημοκρατίας.
Αποτελεί όμως σημείο των καιρών ότι είναι οι «φιλελεύθεροι» που σπεύδουν να ταυτίσουν σε κάθε ευκαιρία το νόημα της δημοκρατίας με την κρατική σκοπιμότητα και αυτή την τελευταία με τις βουλές μιας κυβέρνησης.