Πως η ανάγκη γίνεται Ιστορία
Του ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
Μικρά παιδιά σε μία φαβέλα της Παραγουάης παίζουν Μπαχ με έγχορδα φτιαγμένα από σκουπίδια. Στο Όσλο διαδηλωτές κρατούν πυρσούς διαμαρτυρόμενοι για το Νόμπελ ειρήνης που δόθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χώρες της οποίας πωλούν όπλα, αλλά και για την Ελλάδα που δοκιμάζεται σκληρά. Στον Κηφισό, μία μαυροφορεμένη μάνα πουλάει χαρτομάντηλα. Και στην Πάργα κηδεύουν τον Άλκη Αλκαίο(κατά κόσμον Βαγγέλη Λιάρο). Αυτόν που είπε «πως η ανάγκη γίνεται ιστορία/πως η ιστορία γίνεται σιωπή»! Αυτόν που έζησε σαν νυχτωδία και «λυγμός στις πόλης τις στοές». Κι εμείς, νιώθουμε σαν στόχος, σαν «ένα πεδίο βολής φτηνό/που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι» όταν ακούμε τον Βαυαρό πρωθυπουργόνα μιλά για «μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα»!
Πάλι η ανταγωνιστικότητα, πάλι τα ίδια προσχήματα, τα ίδια ψεύδη, ότι δήθεν το κόστος εργασίας και το κοινωνικό κράτος ευθύνονται για την χαμηλή ανταγωνιστικότητα, για το χρέος, ακόμη και για την ιλιγγιώδη αύξηση της ανεργίας. Στην προπαγάνδα αυτή βασίζεται το νέο ευρωπαϊκό δόγμα που έχει ως προμετωπίδα του τα συνθήματα: «μειώστε τους μισθούς», «καταργήστε τα επιδόματα» -ακόμα και των ανέργων- «τσακίστε το κοινωνικό κράτος» -μειώστε μέχρι εξαφάνισης την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη-, μηδενίστε τις συντάξεις, φορολογείστε τις αποταμιεύσεις και τα ακίνητα των «κάτω» και γενικά ό,τι δεν δύναται να διαφύγει στους φορολογικούς παράδεισους και στις off shores. Τουτέστιν, για την κρίση ευθύνονται οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι καθώς και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες!
Όμως, η εργασία δεν είναι μόνο κόστος, είναι και πηγή, καθώς χωρίς αυτή δεν υπάρχει επιχείρηση, δεν υπάρχει προϊόν, δεν υπάρχει αγορά ούτε κατανάλωση. Ο μισθός, συνεπώς, ως ζήτηση είναι αυτός που κινεί την αγορά και μπορεί να δώσει την ώθηση εξόδου από την κρίση. Όμως, σύμφων με τη νεοφιλελεύθερη συνταγή, που μας επιβάλλεται, η οικονομία κινείται μέσω της άγριας φορολόγησης των «κάτω», της κατάργησης του κοινωνικού κράτους και προπάντων μέσω της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Έτσι, την οικονομική κρίση την πληρώνουν τα θύματά της, δηλαδή οι εργαζόμενοι.
Μην ξεχνάμε ότι οι τελευταίοι είναι και οι μεγάλοι χαμένοι και κατά την περίοδο της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, όταν η παγκοσμιοποιημένη χρηματοπιστωτική οικονομία επικράτησε της πραγματικής οικονομίας δημιουργώντας τη μεγάλη «φούσκα» που έχει πλέον σκάσει. Ο καπιταλισμός καζίνο που προκάλεσε τη σημερινή κρίση, είναι ο ίδιος που διαχειρίζεται και την έξοδο από αυτή, την οποία όμως επιδιώκει να επιτύχει με τους δικούς του άνισους όρους. Γι’ αυτό οι εργαζόμενοι χάνουν διπλά.
Αλλά η απαξίωση της εργασίας και η εξάχνωση της αγοραστικής δύναμης αυτών που πραγματικά καταναλώνουν έχει ως συνέπεια τη μη απορρόφηση της παραγωγής. Αυτή είναι η αιτία της εμβάθυνσης της ύφεσης και της αδυναμίας επανεκκίνησης της ανάπτυξης.
Μικρά παιδιά σε μία φαβέλα της Παραγουάης παίζουν Μπαχ με έγχορδα φτιαγμένα από σκουπίδια. Στο Όσλο διαδηλωτές κρατούν πυρσούς διαμαρτυρόμενοι για το Νόμπελ ειρήνης που δόθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χώρες της οποίας πωλούν όπλα, αλλά και για την Ελλάδα που δοκιμάζεται σκληρά. Στον Κηφισό, μία μαυροφορεμένη μάνα πουλάει χαρτομάντηλα. Και στην Πάργα κηδεύουν τον Άλκη Αλκαίο(κατά κόσμον Βαγγέλη Λιάρο). Αυτόν που είπε «πως η ανάγκη γίνεται ιστορία/πως η ιστορία γίνεται σιωπή»! Αυτόν που έζησε σαν νυχτωδία και «λυγμός στις πόλης τις στοές». Κι εμείς, νιώθουμε σαν στόχος, σαν «ένα πεδίο βολής φτηνό/που ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι» όταν ακούμε τον Βαυαρό πρωθυπουργόνα μιλά για «μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα»!
Πάλι η ανταγωνιστικότητα, πάλι τα ίδια προσχήματα, τα ίδια ψεύδη, ότι δήθεν το κόστος εργασίας και το κοινωνικό κράτος ευθύνονται για την χαμηλή ανταγωνιστικότητα, για το χρέος, ακόμη και για την ιλιγγιώδη αύξηση της ανεργίας. Στην προπαγάνδα αυτή βασίζεται το νέο ευρωπαϊκό δόγμα που έχει ως προμετωπίδα του τα συνθήματα: «μειώστε τους μισθούς», «καταργήστε τα επιδόματα» -ακόμα και των ανέργων- «τσακίστε το κοινωνικό κράτος» -μειώστε μέχρι εξαφάνισης την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη-, μηδενίστε τις συντάξεις, φορολογείστε τις αποταμιεύσεις και τα ακίνητα των «κάτω» και γενικά ό,τι δεν δύναται να διαφύγει στους φορολογικούς παράδεισους και στις off shores. Τουτέστιν, για την κρίση ευθύνονται οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι καθώς και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες!
Όμως, η εργασία δεν είναι μόνο κόστος, είναι και πηγή, καθώς χωρίς αυτή δεν υπάρχει επιχείρηση, δεν υπάρχει προϊόν, δεν υπάρχει αγορά ούτε κατανάλωση. Ο μισθός, συνεπώς, ως ζήτηση είναι αυτός που κινεί την αγορά και μπορεί να δώσει την ώθηση εξόδου από την κρίση. Όμως, σύμφων με τη νεοφιλελεύθερη συνταγή, που μας επιβάλλεται, η οικονομία κινείται μέσω της άγριας φορολόγησης των «κάτω», της κατάργησης του κοινωνικού κράτους και προπάντων μέσω της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Έτσι, την οικονομική κρίση την πληρώνουν τα θύματά της, δηλαδή οι εργαζόμενοι.
Μην ξεχνάμε ότι οι τελευταίοι είναι και οι μεγάλοι χαμένοι και κατά την περίοδο της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, όταν η παγκοσμιοποιημένη χρηματοπιστωτική οικονομία επικράτησε της πραγματικής οικονομίας δημιουργώντας τη μεγάλη «φούσκα» που έχει πλέον σκάσει. Ο καπιταλισμός καζίνο που προκάλεσε τη σημερινή κρίση, είναι ο ίδιος που διαχειρίζεται και την έξοδο από αυτή, την οποία όμως επιδιώκει να επιτύχει με τους δικούς του άνισους όρους. Γι’ αυτό οι εργαζόμενοι χάνουν διπλά.
Αλλά η απαξίωση της εργασίας και η εξάχνωση της αγοραστικής δύναμης αυτών που πραγματικά καταναλώνουν έχει ως συνέπεια τη μη απορρόφηση της παραγωγής. Αυτή είναι η αιτία της εμβάθυνσης της ύφεσης και της αδυναμίας επανεκκίνησης της ανάπτυξης.