Η διαφθορά αποδυναμώνει την ευρωπαϊκή ελίτ
Stratfor
Οι κατηγορίες για διαφθορά στην Ισπανία και στην Ιταλία επιβεβαιώνουν την ύπαρξη κρίσης αντιπροσώπευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου η σταθερότητα της πολιτικής ελίτ βρίσκεται σε κίνδυνο.
Η ανακοίνωση στην οποία προέβη τη Δευτέρα ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι, με την οποία διέψευσε συμμετοχή της κυβέρνησής του σε δίκτυο διαφθοράς που προσφάτως καταγγέλθηκε από τα ισπανικά μέσα ενημέρωσης, είναι η τελευταία εξέλιξη σε μια σειρά σκανδάλων στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Τα γεγονότα αυτά τονίζουν μια βαθιά πολιτική πτυχή της ευρωπαϊκής κρίσης: εν μέσω αυτής της σοβαρής οικονομικής κατάστασης, η λαϊκή στήριξη προς την παραδοσιακή πολιτική ελίτ αποδυναμώνεται και το αντικαθεστωτικό κλίμα και η αντίθεση προς τη λιτότητα αυξάνονται. Αυτό, με τη σειρά του, δίνει τη δυνατότητα στα ακραία κόμματα (δεξιά και αριστερά) να κερδίσουν έδαφος.
Στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης, τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα χάνουν δημοτικότητα λόγω της ανικανότητάς τους να προσφέρουν βιώσιμες λύσεις στην κρίση. Μέχρις ενός σημείου, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών της περιοχής έχουν συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Ένωση στην εφαρμογή μέτρων λιτότητας, που στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν συνεισφέρει στην επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Ακόμα και στις χώρες όπου οι κυβερνήσεις έπεσαν λόγω της κρίσης, οι νέες κυβερνήσεις συνέχισαν να εφαρμόζουν τις οικονομικές οδηγίες που πρότειναν -και κάποιες φορές επέβαλαν- οι Βρυξέλλες.
Η κατάσταση έχει οδηγήσει σε αύξηση της στήριξης πολιτικών κομμάτων που προηγουμένως βρίσκονταν στα περιθώρια του συστήματος. Τα κόμματα αυτά συνδυάζουν τη ρητορική κατά της λιτότητας με την αρνητική κριτική των παραδοσιακών ελίτ και τον ισχυρισμό ότι αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των «πραγματικών» ανθρώπων, σε αντίθεση με τα συμφέροντα των κυβερνώντων κομμάτων, τονίζει το Stratfor.
Σε ορισμένες χώρες τα κόμματα αυτά προέρχονται από την αριστερά, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις -και η Ελλάδα είναι το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα- η Ευρώπη βλέπει την άνοδο ακροδεξιών κινημάτων, που απορρίπτουν όχι μόνο τις οικονομικές πολιτικές των Βρυξελλών, αλλά και την ίδια τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και την ελεύθερη μετακίνηση πολιτών μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Αυτή η κρίση αντιπροσώπευσης έχει επιδεινωθεί τις τελευταίες ημέρες από τα δύο αξιοπρόσεκτα σκάνδαλα στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Στην Ισπανία, το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα κατηγορείται ότι είναι μέρος δικτύου διαφθοράς στο οποίο ιδιωτικές επιχειρήσεις δωροδοκούσαν πολιτικούς ηγέτες σε τοπικό, περιφερειακό και ενδεχομένως και σε εθνικό επίπεδο. Οι κατηγορίες αυτές, που διαδόθηκαν από μεγάλες ισπανικές εφημερίδες, αποδυναμώνουν τη λαϊκή στήριξη που έχει η κυβέρνηση Ραχόι. Ο Ραχόι ανήλθε στην εξουσία μόλις πριν από έναν χρόνο, μετά την κήρυξη πρόωρων εκλογών από τον πρώην πρωθυπουργό Θαπατέρο, λόγω της οικονομικής κρίσης.
Στην Ιταλία, έρευνα αναφορικά με μια σειρά «θολών» μέτρων για την απόκρυψη ζημιών της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας -της Monte Dei Paschi di Siena- επιφέρει πλήγμα στην εγχώρια πολιτική ελίτ.
Το σκάνδαλο επηρεάζει τη δημοτικότητα του Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας, που βρίσκεται στην καλύτερη θέση να κερδίσει τις γενικές εκλογές του Φεβρουαρίου, του τεχνοκράτη πρωθυπουργού Μάριο Μόντι, που ενέκρινε τη διάσωση της τράπεζας, αλλά και του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Τράπεζας της Ιταλίας όταν έλαβαν χώρα ορισμένες από τις αμφιλεγόμενες δραστηριότητες της Monte dei Paschi di Siena.
Η κατάσταση στην Ισπανία και στην Ιταλία είναι ιδιαίτερα σημαντικ, λόγω της θέσης τους στον πυρήνα του προβλήματος, καθώς και των στενών δεσμών που έχουν οι κυβερνήσεις τους με τις Βρυξέλλες. Ο Μ. Μόντι και ο Μ. Ραχόι ανέλαβαν την εξουσία στα τέλη του 2011, αντικαθιστώντας κυβερνήσεις που αναγκάστηκαν σε πρόωρη παραίτηση λόγω πιέσεων από τις διεθνείς αγορές και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και οι δύο νέες κυβερνήσεις υποσχέθηκαν να διορθώσουν τα πολιτικά και διοικητικά λάθη των προκατόχων τους και έλαβαν ισχυρή πολιτική και οικονομική στήριξη από τις Βρυξέλλες, γεγονός που έφερε προσωρινή ηρεμία στις αγορές.
Το περασμένο έτος, η δημοτικότητα και των δύο πρωθυπουργών αποδυναμώθηκε σημαντικά από τη γενική δυσαρέσκεια προς όλα τα παραδοσιακά κόμματα και την άνοδο των αντικαθεστωτικών κομμάτων.
Ακόμα και αν οι κυβερνήσεις στην Ισπανία και στην Ιταλία δεν καταλήξουν να είναι άμεσα εμπλεκόμενες στις έρευνες για τη διαφθορά που φέρνει αναταράξεις στις χώρες τους, τα σκάνδαλα αυτά έρχονται σε μια στιγμή όπου τα κράτη στην ευρωπαϊκή περιφέρεια αντιμετωπίζουν σοβαρές υφέσεις και ανεργία-ρεκόρ, ιδιαίτερα για τους νέους.
Οι κατηγορίες για διαφθορά απλώς αυξάνουν την απόρριψη των μέτρων λιτότητας, ενισχύουν τη λαϊκή έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα παραδοσιακά κόμματα και ενισχύουν την αντικαθεστωτική ρητορική των ακραίων κομμάτων, βαθαίνοντας έτσι την κρίση αντιπροσώπευσης στην Ευρώπη.
Οι κατηγορίες για διαφθορά στην Ισπανία και στην Ιταλία επιβεβαιώνουν την ύπαρξη κρίσης αντιπροσώπευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου η σταθερότητα της πολιτικής ελίτ βρίσκεται σε κίνδυνο.
Η ανακοίνωση στην οποία προέβη τη Δευτέρα ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι, με την οποία διέψευσε συμμετοχή της κυβέρνησής του σε δίκτυο διαφθοράς που προσφάτως καταγγέλθηκε από τα ισπανικά μέσα ενημέρωσης, είναι η τελευταία εξέλιξη σε μια σειρά σκανδάλων στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Τα γεγονότα αυτά τονίζουν μια βαθιά πολιτική πτυχή της ευρωπαϊκής κρίσης: εν μέσω αυτής της σοβαρής οικονομικής κατάστασης, η λαϊκή στήριξη προς την παραδοσιακή πολιτική ελίτ αποδυναμώνεται και το αντικαθεστωτικό κλίμα και η αντίθεση προς τη λιτότητα αυξάνονται. Αυτό, με τη σειρά του, δίνει τη δυνατότητα στα ακραία κόμματα (δεξιά και αριστερά) να κερδίσουν έδαφος.
Στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης, τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα χάνουν δημοτικότητα λόγω της ανικανότητάς τους να προσφέρουν βιώσιμες λύσεις στην κρίση. Μέχρις ενός σημείου, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών της περιοχής έχουν συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Ένωση στην εφαρμογή μέτρων λιτότητας, που στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν συνεισφέρει στην επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Ακόμα και στις χώρες όπου οι κυβερνήσεις έπεσαν λόγω της κρίσης, οι νέες κυβερνήσεις συνέχισαν να εφαρμόζουν τις οικονομικές οδηγίες που πρότειναν -και κάποιες φορές επέβαλαν- οι Βρυξέλλες.
Η κατάσταση έχει οδηγήσει σε αύξηση της στήριξης πολιτικών κομμάτων που προηγουμένως βρίσκονταν στα περιθώρια του συστήματος. Τα κόμματα αυτά συνδυάζουν τη ρητορική κατά της λιτότητας με την αρνητική κριτική των παραδοσιακών ελίτ και τον ισχυρισμό ότι αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντα των «πραγματικών» ανθρώπων, σε αντίθεση με τα συμφέροντα των κυβερνώντων κομμάτων, τονίζει το Stratfor.
Σε ορισμένες χώρες τα κόμματα αυτά προέρχονται από την αριστερά, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις -και η Ελλάδα είναι το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα- η Ευρώπη βλέπει την άνοδο ακροδεξιών κινημάτων, που απορρίπτουν όχι μόνο τις οικονομικές πολιτικές των Βρυξελλών, αλλά και την ίδια τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης και την ελεύθερη μετακίνηση πολιτών μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Αυτή η κρίση αντιπροσώπευσης έχει επιδεινωθεί τις τελευταίες ημέρες από τα δύο αξιοπρόσεκτα σκάνδαλα στην Ισπανία και στην Ιταλία.
Στην Ισπανία, το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα κατηγορείται ότι είναι μέρος δικτύου διαφθοράς στο οποίο ιδιωτικές επιχειρήσεις δωροδοκούσαν πολιτικούς ηγέτες σε τοπικό, περιφερειακό και ενδεχομένως και σε εθνικό επίπεδο. Οι κατηγορίες αυτές, που διαδόθηκαν από μεγάλες ισπανικές εφημερίδες, αποδυναμώνουν τη λαϊκή στήριξη που έχει η κυβέρνηση Ραχόι. Ο Ραχόι ανήλθε στην εξουσία μόλις πριν από έναν χρόνο, μετά την κήρυξη πρόωρων εκλογών από τον πρώην πρωθυπουργό Θαπατέρο, λόγω της οικονομικής κρίσης.
Στην Ιταλία, έρευνα αναφορικά με μια σειρά «θολών» μέτρων για την απόκρυψη ζημιών της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας -της Monte Dei Paschi di Siena- επιφέρει πλήγμα στην εγχώρια πολιτική ελίτ.
Το σκάνδαλο επηρεάζει τη δημοτικότητα του Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας, που βρίσκεται στην καλύτερη θέση να κερδίσει τις γενικές εκλογές του Φεβρουαρίου, του τεχνοκράτη πρωθυπουργού Μάριο Μόντι, που ενέκρινε τη διάσωση της τράπεζας, αλλά και του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Τράπεζας της Ιταλίας όταν έλαβαν χώρα ορισμένες από τις αμφιλεγόμενες δραστηριότητες της Monte dei Paschi di Siena.
Η κατάσταση στην Ισπανία και στην Ιταλία είναι ιδιαίτερα σημαντικ, λόγω της θέσης τους στον πυρήνα του προβλήματος, καθώς και των στενών δεσμών που έχουν οι κυβερνήσεις τους με τις Βρυξέλλες. Ο Μ. Μόντι και ο Μ. Ραχόι ανέλαβαν την εξουσία στα τέλη του 2011, αντικαθιστώντας κυβερνήσεις που αναγκάστηκαν σε πρόωρη παραίτηση λόγω πιέσεων από τις διεθνείς αγορές και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και οι δύο νέες κυβερνήσεις υποσχέθηκαν να διορθώσουν τα πολιτικά και διοικητικά λάθη των προκατόχων τους και έλαβαν ισχυρή πολιτική και οικονομική στήριξη από τις Βρυξέλλες, γεγονός που έφερε προσωρινή ηρεμία στις αγορές.
Το περασμένο έτος, η δημοτικότητα και των δύο πρωθυπουργών αποδυναμώθηκε σημαντικά από τη γενική δυσαρέσκεια προς όλα τα παραδοσιακά κόμματα και την άνοδο των αντικαθεστωτικών κομμάτων.
Ακόμα και αν οι κυβερνήσεις στην Ισπανία και στην Ιταλία δεν καταλήξουν να είναι άμεσα εμπλεκόμενες στις έρευνες για τη διαφθορά που φέρνει αναταράξεις στις χώρες τους, τα σκάνδαλα αυτά έρχονται σε μια στιγμή όπου τα κράτη στην ευρωπαϊκή περιφέρεια αντιμετωπίζουν σοβαρές υφέσεις και ανεργία-ρεκόρ, ιδιαίτερα για τους νέους.
Οι κατηγορίες για διαφθορά απλώς αυξάνουν την απόρριψη των μέτρων λιτότητας, ενισχύουν τη λαϊκή έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα παραδοσιακά κόμματα και ενισχύουν την αντικαθεστωτική ρητορική των ακραίων κομμάτων, βαθαίνοντας έτσι την κρίση αντιπροσώπευσης στην Ευρώπη.