Μια γενιά στο επίχρυσο κλουβί της
Έγραφα τις προάλλες ότι αρνούμαι να υιοθετήσω τον όρο “χαμένη γενιά” για όλους εμάς που γεννηθήκαμε στη δεκαετία του ’70.
Το παιχνίδι είναι ακόμα ανοιχτό κι έχουμε την ευκαιρία να ξαναγράψουμε τους όρους του. Όμως πρέπει πρώτα να στρέψουμε το βλέμμα εντός μας. Να δούμε ότι ρισκάραμε ελάχιστα, ότι βολευτήκαμε ενδεχομένως σ’ ένα περιβάλλον που μας επέτρεπε να υπάρχουμε χωρίς να ονειρευόμαστε και να διακινδυνεύουμε, ότι αναμασήσαμε θεωρίες και ιδεολογίες που μας φορέθηκαν ως παγκόσμιες αλήθειες.
Σήμερα η γενιά μας απουσιάζει ηχηρά απ’ το προσκήνιο του δημόσιου διαλόγου. Με ελάχιστες εξαιρέσεις στο δημόσιο χώρο κυριαρχούν τα αιτήματα κι οι διεκδικήσεις παλαιότερων γενιών.
Αργήσαμε να ενηλικιωθούμε, κρυφτήκαμε πίσω από χρόνια σπουδών κι αναζητήσεων και τώρα βρισκόμαστε εγκλωβισμένοι στα όνειρα που είχε η γενιά των γονιών μας συνειδητοποιώντας ότι μεγαλώσαμε σ’ ένα επίχρυσο κλουβί.
Τώρα μια δυνατή κι επίμονη καταιγίδα πέφτει πάνω στο κλουβί και το αποχρωματίζει, αφαιρώντας το στρώμα του χρυσού κι αφήνοντας να φανεί ότι από κάτω υπάρχει απλώς το ξύλο ή το μέταλλο της κατασκευής. Αυτό το υλικό που μας θυμίζει ότι όλα τα κλουβιά είναι ίδια, ότι όλα τα κλουβιά έχουν την ίδια λειτουργία: σου στερούν την ελευθερία να κινηθείς όπως θέλεις, ενώ εσύ εκτίθεσαι ως σπάνιο πτηνό.
“Θαυμάστε τα πτυχία τους, θαυμάστε τα σώματά τους, θαυμάστε την υγεία, τα σπίτια, τις ανέσεις, τις γνώσεις και τα ταξίδια τους”. Αυτή είναι η γενιά μας, μια γενιά έκθεμα. Χωρίς κίνητρο να ονειρευτεί, να ηγηθεί, να χαράξει ρότα.
Μια γενιά κλεισμένη στο επίχρυσο κλουβί που της έφτιαξαν οι γονείς της, με το σεμέν της μαμάς από πάνω, που έμαθε να κάνει χαβαλέ, να αποδέχεται προνόμια που στηρίζονται σε αδικίες, να δέχεται δουλειές από ρουσφέτια, να αναπαράγει στερεότυπα.
Μια γενιά φοβισμένη, ενοχική, κονφορμιστική κι άτολμη, χωρίς οράματα, χωρίς πυξίδα, χωρίς δικές της αφηγήσεις, χωρίς δικά της επιχειρήματα. Μια γενιά χωρίς αυτοσυνείδηση. Είναι αυτή η γενιά έκθεμα που λατρεύει τον καθρέφτη, η γενιά που γατζώνεται πάνω σε ιδεολογικές κι άλλες παραδόσεις γιατί φοβάται να διατυπώσει αυτά που την απασχολούν. Η γενιά που απέφυγε να αρθρώσει με σαφήνεια και τόλμη τις δικές της επιθυμίες.
Τη γενιά μας, όπως και κάθε γενιά, την καθόρισε περισσότερο το βλέμμα των προκατόχων της παρά η δική της θέληση. Είναι ώρα σίγα σιγά αυτή η γενιά να γίνει αυτό που είναι. Να διακινδυνεύσει, να διατυπώσει τα αιτήματα και τις επιθυμίες της, να ανοιχτεί στον κόσμο. Και πολύ άργησε, λέω εγώ.
andriotakis